υδρόχαρος


υδρόχαρος
Προφορά

Ετυμολογία
υδρόχαρος μεταγενέστερη ελληνική ὑδροχαρής

Ερμηνεία
υδρόχαρος

✦ -ής, -ές κ. υδρόχαρος, -η, -ο επίθ. που αγαπά υπερβολικά το νερό
✦ (για φυτά) που ευδοκιμεί στο νερό, υδρόβιος

Συνώνυμα
υδρόφιλος, νερόχαρος
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.