υδροσκόπος


υδροσκόπος
Προφορά

Ετυμολογία
υδροσκόπος μεταγενέστερη ελληνική ὑδροσκόπος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό ή θηλυκό┘ ο, η υδροσκόπος

✦ πρόσωπο που έχει την ικανότητα να καθορίζει τις θέσεις των υπόγειων αποθεμάτων νερού

Συνώνυμα
ραβδοσκόπος
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.