υγρόληκτος


υγρόληκτος
Προφορά

Ετυμολογία
υγρόληκτος υγρός + λήγω

Ερμηνεία
υγρόληκτος

✦ -η, -ο κ. υγρόληχτος, -η, -ο επίθ. (Κ -κτος, -ον) (γραμμ.) που λήγει σε υγρό σύμφωνο, που το θέμα του έχει χαρακτήρα υγρό σύμφωνο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.