υβριδισμός


υβριδισμός
Προφορά

Ετυμολογία
υβριδισμός υβρίδιο

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο υβριδισμός

(βιολ.) διασταύρωση μεταξύ ποικιλιών δύο φυλών του ίδιου είδους ή δύο διαφορετικών ειδών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.