υαλόφρακτος


υαλόφρακτος
Προφορά

Ετυμολογία
υαλόφρακτος ύαλος + φράσσω

Ερμηνεία
υαλόφρακτος

✦ -η, -ο κ. υαλόφραχτος, -η, -ο επίθ. (Κ -κτος, -ον) που περικλείεται ή καλύπτεται με τζάμια, τζαμωτός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.