υαλοτεχνία


υαλοτεχνία
Προφορά

Ετυμολογία
υαλοτεχνία υαλοτέχνης

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η υαλοτεχνία

✦ η τέχνη της κατεργασίας του γυαλιού και της κατασκευής γυάλινων αντικειμένων, υαλουργία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.