τύμβος


τύμβος
Προφορά

Ετυμολογία
τύμβος αρχαία ελληνική τύμβος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο τύμβος

✦ αρχαίος τάφος και το ύψωμα πάνω σ’ αυτόν
✦ μεγαλοπρεπής τάφος, μαυσωλείο
✦ επιτάφια στήλη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.