τόφαλος


τόφαλος
Προφορά

Ετυμολογία
τόφαλος από το κύριο όνομα Τόφαλος Δημήτριος (1892-1966), ολυμπιονίκης στην άρση βαρών, στους ενδιάμεσους ολυμπιακούς αγώνες του 1906 στην Αθήνα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο τόφαλος

✦ σωματώδης, ευτραφής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.