τυροκομώ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply τυροκομώΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/τυροκομώ.mp3Ετυμολογίατυροκομώ μεταγενέστερη ελληνική τυροκομῶ Ερμηνεία└ρήμα┘ τυροκομώ -είς, -εί ✦ παρασκευάζω τυρί: ποιος θα τ’ αρμέξει; Ποιος θα τυροκομήσει το γάλα τους; (Π. Πρεβελάκης) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–