τσουχτερός


τσουχτερός
Προφορά

Ετυμολογία
τσουχτερός τσούζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ τσουχτερός -ή, -ό

✦ δριμύς: τσουχτερό κρύο
✦ δηκτικός: τσουχτερά λόγια
✦ (μτφ. για τιμές) υψηλός, δυσβάστακτος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
τσουχτερά

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.