τσικό Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply τσικόΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/τσικό.mp3Ετυμολογίατσικό ισπαν. chico (= νεαρός) Ερμηνεία τσικό ✦ άκλ. (ποδόσφ.) έφηβοι ποδοσφαιριστές και η ομάδα που απαρτίζουν: τα τσικό του Παναθηναϊκού – του Ολυμπιακού – παίζει στα τσικό Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–