τσεκούρωμα


τσεκούρωμα
Προφορά

Ετυμολογία
τσεκούρωμα τσεκουρώνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το τσεκούρωμα

✦ χτύπημα με τσεκούρι
(μτφ. ) αυστηρή τιμωρία
(μτφ. ) απόρριψη μαθητών στις εξετάσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.