τροχιακός


τροχιακός
Προφορά

Ετυμολογία
τροχιακός τροχιά

Ερμηνεία
επίθετο┘ τροχιακός -ή, -ό

✦ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην τροχιά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.