τριποδισμός


τριποδισμός
Προφορά

Ετυμολογία
τριποδισμός τριποδίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο τριποδισμός

✦ καλπασμός
✦ χαρακτηριστικός βηματισμός ατόμων που πάσχουν από παράλυση των δαχτύλων των ποδιών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.