τρινιτροτολουόλη
Προφορά
Ετυμολογία
τρινιτροτολουόλη └διεθν┘trinitrotoluene
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η τρινιτροτολουόλη
✦ στερεό κρυσταλλικό σώμα που λαμβάνεται με νίτρωση της τολουόλης, και αποτελεί ισχυρή εκρηκτική ύλη (γνωστό και με τη συντομογρ. Τ.Ν.Τ.)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–