τρανεύω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply τρανεύωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/τρανεύω.mp3Ετυμολογίατρανεύω τρανός Ερμηνεία└ρήμα┘ τρανεύω ✦ μεγαλώνω, αυξάνομαι: πώς μεγάλωσε απροσδόκητα, πώς τράνεψε! …μεγάλωσε, θέριεψε (Άγγ. Τερζάκης) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–