τραγόπους


τραγόπους
Προφορά

Ετυμολογία
τραγόπους αρχαία ελληνική τραγόπους

Ερμηνεία
τραγόπους

✦ -ους, -ουν (γεν. -οδος) που έχει πόδια τράγου, τραγοπόδαρος: ο τραγόπους Παν

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.