τραγουδοποιός
Προφορά
Ετυμολογία
τραγουδοποιός τραγούδι + ποιώ
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό ή θηλυκό┘ ο, η τραγουδοποιός
✦ αυτός που γράφει τους στίχους και συνθέτει τη μελωδία ενός τραγουδιού και, συν., το ερμηνεύει ο ίδιος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–