τραγουδίστρια


τραγουδίστρια
Προφορά

Ετυμολογία
τραγουδίστρια μεσαιωνική ελληνική τραγουδιστής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο τραγουδίστρια

✦ θηλ. τραγουδίστρια αυτός που τραγουδά, και ιδ. που τραγουδά καλά ή επαγγελματικά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.