τραγιάσκα
Προφορά
Ετυμολογία
τραγιάσκα κατά Β. Φάβη, από παρανόηση των κραυγών traiasca Grecia (ζήτω η Ελλάδα) Ρουμάνων εκδρομέων στην Αθήνα που τις συνόδευαν με πέταγμα του σκούφου τους στον αέρα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η τραγιάσκα
✦ είδος λαϊκού κασκέτου με γείσο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–