τουριστικός


τουριστικός
Προφορά

Ετυμολογία
τουριστικός τουρίστας

Ερμηνεία
επίθετο┘ τουριστικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με τον τουρισμό: τουριστική κίνηση – τουριστικό συνάλλαγμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.