τοστιέρα


τοστιέρα
Προφορά

Ετυμολογία
τοστιέρα └αγγλ┘toaster

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η τοστιέρα

✦ ηλεκτρική συσκευή για το ψήσιμο τοστ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.