τοξίνη


τοξίνη
Προφορά

Ετυμολογία
τοξίνη └γαλλ┘ toxine

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η τοξίνη

(ιατρ.) τοξική ουσία που προέρχεται από ζωντανό οργανισμό (βακτήρια, μύκητες, αρθρόποδα, ερπετά κτλ.) και μπορεί να προκαλέσει παθολογικές καταστάσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.