τονώνω


τονώνω
Προφορά

Ετυμολογία
τονώνω μεταγενέστερη ελληνική τονόω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα τονώνω

✦ δίνω δύναμη, ισχύ, ζωηρότητα

Συνώνυμα
δυναμώνω, ενισχύω
Αντίθετα
εξασθενίζω, αδυνατίζω
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.