τολύπη


τολύπη
Προφορά

Ετυμολογία
τολύπη αρχαία ελληνική τολύπη

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η τολύπη

✦ τούφα από κατεργασμένο μαλλί ή μπαμπάκι έτοιμο για κλώσιμο
✦ καθετί με παρόμοιο σχήμα: τολύπη καπνού – χιονιού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.