τοίχωμα


τοίχωμα
Προφορά

Ετυμολογία
τοίχωμα τοιχώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το τοίχωμα

✦ τοίχος
✦ επιφάνεια που περιορίζει χώρο ή κοιλότητα, η πλευρά οποιουδήποτε κοιλώματος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.