τηνιακός


τηνιακός
Προφορά

Ετυμολογία
τηνιακός Τήνος

Ερμηνεία
τηνιακός

✦ -ή, -ό κ. ντηνιακός, -ή, -ό επίθ. ο αναφερόμενος στην Τήνο ή ο προερχόμενος από την Τήνο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.