τηλεφωνία
Προφορά
Ετυμολογία
τηλεφωνία └αγγλ┘telephony
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η τηλεφωνία
✦ τεχνική της μεταφοράς ήχων, ιδ. του προφορικού λόγου από απόσταση
✦ το σύνολο των γνώσεων, τεχνικών μέσων και χειρισμών για την επικοινωνία με το τηλέφωνο| κινητή τηλεφωνία, σύστημα τηλεφωνικής επικοινωνίας κατά το οποίο δεν απαιτείται η χρήση των τηλεφωνικών καλωδίων και επιτυγχάνεται με κινητές συσκευές
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–