τεριλέν


τεριλέν
Προφορά

Ετυμολογία
τεριλέν └αγγλ┘terylene, εμπορ. ονομασία

Ερμηνεία
τεριλέν

✦ άκλ. ουσ. κ. επίθ. είδος συνθετικών ινών και νημάτων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.