τερακότα


τερακότα
Προφορά

Ετυμολογία
τερακότα └ιταλ┘terra-cotta (= γη ψημένη)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η τερακότα

✦ ψημένη άργιλος με μεγάλη περιεκτικότητα σιδήρου, υλικό κεραμικής
✦ καλλιτέχνημα από ψημένη άργιλο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.