τελώνιο
Προφορά
Ετυμολογία
τελώνιο μεσαιωνική ελληνική τελώνιον, υποκοριστικό του τελώνης
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το τελώνιο
✦ πονηρό πνεύμα, δαιμόνιο, στοιχειό: σαν το τελώνιο το παμπόνηρο του μύθου (Ι. Ζερβός)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–