τεκτονισμός


τεκτονισμός
Προφορά

Ετυμολογία
τεκτονισμός τέκτων

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο τεκτονισμός

✦ διεθνής μυστική οργάνωση προσώπων συγκροτημένων στις λεγόμενες «στοές» με άδηλους κοινωνικούς σκοπούς, μασονία, μασονισμός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.