ταφόπλακα


ταφόπλακα
Προφορά

Ετυμολογία
ταφόπλακα τάφος + πλάκα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ταφόπλακα

✦ πλάκα που σκεπάζει τάφο: ρόδα στην πάλλευκη ταφόπλακα απλωμένα (Γ. Γεραλής)

Συνώνυμα
ταφόπετρα
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.