ταρταρούγα
Προφορά
Ετυμολογία
ταρταρούγα └ιταλ┘tartaruga (= χελώνα)
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η ταρταρούγα
✦ όστρακο χελώνας
✦ αντικείμενο που έχει κατασκευαστεί από όστρακο χελώνας: σκελετός γυαλιών από όστρακο χελώνας
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–