τίντα


τίντα
Προφορά

Ετυμολογία
τίντα └αγγλ┘tint

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η τίντα

✦ μελάνη ανοιχτού τόνου και απαλού χρώματος, που εκτυπώνεται, χωρίς τονικές διακυμάνσεις, συν. σε μεγάλες επιφάνειες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.