τέρπω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply τέρπωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/τέρπω.mp3Ετυμολογίατέρπω αρχαία ελληνική τέρπω Ερμηνεία└ρήμα┘ τέρπω ✦ προκαλώ ευχαρίστηση, προσφέρω τέρψη ✦ (μέσ.) τέρπομαι, ευφραίνομαι, διασκεδάζω Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–