τέντα


τέντα
Προφορά

Ετυμολογία
τέντα μεσαιωνική ελληνική τέντα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η τέντα

✦ σκηνή που χρησιμοποιείται για διαμονή στο ύπαιθρο, τσαντίρι, αντίσκηνο
✦ προπέτασμα από χοντρό ύφασμα που προφυλάγει από ήλιο και βροχή
✦ ως επίρρ. εντελώς ανοιχτά: άφησε τέντα τα παράθυρα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.