σύμμετρος
Προφορά
Ετυμολογία
σύμμετρος αρχαία ελληνική σύμμετρος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ σύμμετρος -η, -ο
✦ που παρουσιάζει συμμετρία, κανονικές αναλογίες, συμμετρικός
✦ που γίνεται με μέτρο
✦ ισόμετρος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
ασύμμετρος
Επιρρήματα
σύμμετρα (Κ συμμέτρως):συμμέτρως εχορεύσαμεν, σύμμετρα ας αποθάνωμεν δια την πατρίδα (Α. Κάλβος)