σχολιογραφία


σχολιογραφία
Προφορά

Ετυμολογία
σχολιογραφία σχολιογράφος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η σχολιογραφία

✦ η συγγραφή σχολίων ιδ. στα έντυπα μέσα ενημέρωσης: η εισαγωγή της πληροφορικής στα σχολεία έχει δώσει επανειλημμένα αφορμή για μια ιδιαίτερα εκτεταμένη σχολιογραφία σχετική με το μέλλον των κομπιούτερ στην εκπαίδευση (Καθημερινή)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.