σφουγγαράς


σφουγγαράς
Προφορά

Ετυμολογία
σφουγγαράς σφουγγάρι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο σφουγγαράς

✦ αυτός που αλιεύει σφουγγάρια
✦ που πουλά σφουγγάρια

Συνώνυμα
σπογγαλιέας
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.