συστημένος


συστημένος
Προφορά

Ετυμολογία
συστημένος μτχ. παθ. πρκμ. του ρήματος συνιστώ

Ερμηνεία
συστημένος

✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. (Κ -η, -ον) που τον έχουν συστήσει: ήρθε συστημένος από τον διευθυντή
✦ ειδ. για γράμμα για το οποίο το ταχυδρομείο δίνει απόδειξη παραλαβής και το οποίο παραδίδεται αυτοπροσώπως στον παραλήπτη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.