συριανός


συριανός
Προφορά

Ετυμολογία
συριανός Σύρος

Ερμηνεία
επίθετο┘ συριανός -ή, -ό

✦ ο της Σύρου
✦ αρσ. Συριανός, θηλ. -ή ως ουσ. που κατοικεί στη Σύρο ή κατάγεται απ’ αυτήν

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.