συνοπτικός
Προφορά
Ετυμολογία
συνοπτικός αρχαία ελληνική συνοπτικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ συνοπτικός -ή, -ό
✦ που συγκεφαλαιώνει, περιληπτικός: συνοπτική έκθεση – ανάλυση
✦ σύντομος: (νομ.) συνοπτική διαδικασία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
διεξοδικός, εκτεταμένος
Επιρρήματα
συνοπτικά (Κ συνοπτικώς):είναι ανάγκη να εκθέσω συνοπτικά την πολιτική κατάσταση της Ελλάδας της εποχής εκείνης (Γ. Θεοτοκάς)