συνευωχούμαι
Προφορά
Ετυμολογία
συνευωχούμαι αρχαία ελληνική συν-ευωχοῦμαι
Ερμηνεία
└ρήμα┘ συνευωχούμαι -είσαι, -είται
✦ διασκεδάζω τρώγοντας και πίνοντας μαζί με άλλους, μετέχω σε συμπόσιο: μέλη της αντιπροσωπείας συνευωχήθησαν και συνδιασκέδασαν σε ελληνική ταβέρνα… με τον τέως άνακτα (Μ. Πλωρίτης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–