συνδικαλίστρια Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply συνδικαλίστριαΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/συνδικαλίστρια.mp3Ετυμολογίασυνδικαλίστρια └γαλλ┘ syndicaliste > syndical Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο συνδικαλίστρια ✦ θηλ. συνδικαλίστρια ο ασχολούμενος με τον συνδικαλισμό ✦ μέλος συνδικάτου Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–