συνήθειο


συνήθειο
Προφορά

Ετυμολογία
συνήθειο μεσαιωνική ελληνική συνήθειο(ν)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το συνήθειο

✦ συνήθεια, έξη
✦ έθιμο: κράτησε το πένθος του καθώς το θέλανε τα συνήθεια, κλεισμένη έξι εβδομάδες στην κάμαρά της (Άγγ. Τερζάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.