συνέδριο
Προφορά
Ετυμολογία
συνέδριο μεταγενέστερη ελληνική συνέδριον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το συνέδριο
✦ συγκέντρωση σε ορισμένο χρόνο και χώρο αντιπροσώπων ενός επιστημονικού κλάδου για να συζητήσουν θέματα σχετικά με την επιστήμη τους: ιατρικό συνέδριο
✦ συγκέντρωση σε ορισμένο χρόνο και χώρο αντιπροσώπων ενός πολιτικού κόμματος για συζήτηση και λήψη αποφάσεων: στο επόμενο συνέδριο του κόμματος θα εκλεγεί ο αρχηγός
✦ (συνεκδ.) οι σύνεδροι
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–