συμπαρασέρνω


συμπαρασέρνω
Προφορά

Ετυμολογία
συμπαρασέρνω μεταγενέστερη ελληνική συμπαρασύρω

Ερμηνεία
συμπαρασέρνω

✦ κ. συμπαρασέρνω ρ. (συμπαρέσυρα) παρασέρνω μαζί μου ή μαζί με άλλα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.