συμπαθής
Προφορά
Ετυμολογία
συμπαθής αρχαία ελληνική συμπαθής
Ερμηνεία
└επίθετο┘ συμπαθής -ής, -ές
✦ που προκαλεί συμπάθεια, συμπαθητικός, αξιαγάπητος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
αντιπαθής, αποκρουστικός
Επιρρήματα
συμπαθώς, με συμπάθεια: φρ.διάκειται συμπαθώς