συμμετρικός


συμμετρικός
Προφορά

Ετυμολογία
συμμετρικός μεταγενέστερη ελληνική συμμετρικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ συμμετρικός -ή, -ό

✦ που έχει συμμετρία, σύμμετρος

Συνώνυμα

Αντίθετα
ασύμμετρος
Επιρρήματα
συμμετρικά (Κ συμμετρικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.